– Αλλ' ο κίνδυνος περί του οποίου μου ωμιλήσατε, αγαπητέ μου κύριε; Η ατομική σας πείρα, αφ' ότου διευθύνετε το κατάστημα τούτο, σας παρέσχεν αποχρώντα λόγον να σκεφθήτε ότι είναι επικίνδυνον ν' αφήσετε ελεύθερον ένα τρελλόν;
– Εδώ; . . . Η ιδική μου πείρα; Αι, λοιπόν, σας απαντώ, ναι! Παραδείγματος χάριν : δεν είναι πολύς καιρός που συνέβη ένα παράδοξον γεγονός εις τον οίκον αυτόν. Το πράον σύστημα, γνωρίζετε, ήτο τότε εν ισχύι και οι τρελλοί ήσαν ατομικώς ελεύθεροι. Εφέροντο με τέτοιαν αξιοπαρατήρητον φρονιμάδα, ώστε ημπορούσε κανείς να σκεφθή ότι ούτοι εβυσσοδόμουν κανέν διαβολικόν σχέδιον. Και πράγματι, μίαν ωραίαν πρωίαν οι φύλακες ευρέθησαν δεμένοι χειροπόδαρα και κλεισμένοι μέσα εις τα κελλία, όπου εφυλάσσοντο ως τρελλοί από αυτούς τους ιδίους τους τρελλούς, οικειοποιηθέντας καθήκοντα φυλάκων.
– Ω! το παραφουσκώνετε! Ποτέ μου δεν ήκουσα μίαν τόσον απίθανον ιστορίαν.
– Και εν τούτοις είναι αλήθεια! Όλα αυτά από το λάθος ενός τρελλού, ο οποίος εφαντάσθη – δεν ξεύρω πώς – ότι εφεύρε το καλύτερον σύστημα, πρωτοφανές μέχρι τούδε. – Εννοείτε το καλύτερον σύστημα της διοικήσεως των τρελλών. – Ήθελεν αναμφιβόλως να δοκιμάση την εφεύρεσίν του και προς τον σκοπόν τούτον έπεισε και τους άλλους τρελλούς να συμπράξουν μετ' αυτού εις την κατάληψιν της αρχής.
– Και το κατάφερε;
– Βεβαίως … Και αποτέλεσμα τούτου ήτο η ανταλλαγή των καθηκόντων μεταξύ των επιτηρούντων και των επιτηρουμένων. Αλλ' η ανταλλαγή δεν υπήρξε δικαία, διότι οι μεν τρελλοί αφέθησαν ελεύθεροι, ενώ οι φύλακες ενεκλείσθησαν αυτοστιγμεί εις τα κελλία και έπαθαν . . . εντρέπομαι να το ομολογήσω.
– Υποθέτω ότι μία αντεπανάστασις δεν ήργησε ν' αναφυή. Η κατάστασις αυτή των πραγμάτων δεν ημπορούσε να διαρκέση επί πολύ. Οι χωρικοί των πέριξ, οι επισκέπται οι όποιοι ήρχοντο να ίδουν το κατάστημα, θα ειδοποίησαν τους αρμοδίους.
– Δεν εμαντεύσατε. Ο αρχηγός των ανταρτών ήτο πιο φανερός από ό,τι φαντάζεσθε. Δεν άφησε κανένα επισκέπτην να εισέλθη, εκτός ενός νέου, του οποίου το αρκετά βλακώδες πρόσωπον δεν ημπορούσε να του εμπνεύση την ελαχίστην ανησυχίαν. Του επέτρεψε να επισκεφθή το ίδρυμα απλώς διά να περάση η ώρα και διά να τον κοροϊδεύση λιγάκι. Αφού εγλέντησεν αρκετά μαζί του, τον άφησε να φύγη.
– Και πόσον διήρκεσε η βασιλεία των τρελλών;
– Ω! εβάσταξεν αρκετά! Ένα μήνα τουλάχιστον, ίσως και περισσότερον, δεν ενθυμούμαι καλά. Εν τω μεταξύ οι τρελλοί ήσαν όλο γλέντι. Έβγαλαν τα παληόρρουχά των και εφόρεσαν πολυτελή φορέματα και τα κοσμήματα, τα οποία εύρον εντός του πύργου. Ήνοιξαν τας πλουσίας οιναποθήκας και γνωρίζοντες να πίνουν καλά, εκολύμβησαν εις αυτάς. Επέρασαν ζωή και κόττα!
– Τις ήτο η ιδιαιτέρα θεραπεία, την οποίαν