– Όχι, αντίθετα (нет, напротив)! Ο Μιχάλης μου ζήτησε να τον παντρευτώ (Михаил сделал мне предложение: «меня просил, чтобы /я/ за него вышла замуж»; ζητάω; παντρεύομαι)!
– Και γιατί στενοχωριέσαι (и почему /ты/ такая расстроенная: «расстраиваешься»; στενοχωριέμαι);
– Γιατί μου είπε επίσης ότι είναι άθεος (потому что /он/ мне сказал еще, что /он/ атеист). Μαμά, δεν πιστεύει καν ότι υπάρχει Κόλαση (мама, /он/ не верит даже, что ад существует)!
– Παντρέψου τον (выходи за него; παντρεύομαι). Και μην φοβάσαι, θα του δείξουμε πόσο άδικο έχει (и не бойся, /мы/ ему покажем, как он/ неправ; δείχνω; έχω άδικο).
Γυρνάει μία κοπέλα από το ραντεβού της, τελείως καταπτοημένη.
– Τι έχεις; ρωτά η μητέρα της. Χωρίσατε;
– Όχι, αντίθετα! Ο Μιχάλης μου ζήτησε να τον παντρευτώ!
– Και γιατί στενοχωριέσαι;
– Γιατί μου είπε επίσης ότι είναι άθεος. Μαμά, δεν πιστεύει καν ότι υπάρχει Κόλαση!
– Παντρέψου τον. Και μην φοβάσαι, θα του δείξουμε πόσο άδικο έχει.
Η κυρία στο φούρναρη (женщина – пекарю; ο φούρναρης):
– «Είμαι τόσο νευριασμένη μαζί σας (я так нервничаю из-за вас), το ψωμί που μου δώσατε χθες ήταν μπαγιάτικο (хлеб, что вы мне продали: «дали» вчера, был черствый; δίνω – давать; продавать).»
– «Μα, τι λέτε κυρία μου, εμείς φτιάχνουμε ψωμί εδώ και 20 χρόνια (да что вы говорите, госпожа, мы печем: «готовим» хлеб уже 20 лет)!»
Και η κυρία:
– «Ναι, αλλά το πουλάτε τώρα (да, но продаете его сейчас)!»
Η κυρία στο φούρναρη:
– «Είμαι τόσο νευριασμένη μαζί σας, το ψωμί που μου δώσατε χθες ήταν μπαγιάτικο.»
– «Μα, τι λέτε κυρία μου, εμείς φτιάχνουμε ψωμί εδώ και 20 χρόνια!»
Και η κυρία:
– «Ναι, αλλά το πουλάτε τώρα!»
Ο πελάτης αγανακτισμένος (возмущенный клиент; αγανακτώ – возмущаться, негодовать): Τι κατάσταση είναι αυτή (что это такое: «что за ситуация эта»?); Όλη τη νύχτα δεν έκλεισα μάτι (всю ночь не сомкнул глаз; κλείνω – закрывать), παρακολουθώντας μια ολόκληρη μάχη ποντικών (наблюдая целую = настоящую битву мышей; παρακολουθώ; το ποντίκι)!
Ο ξενοδόχος (хозяин гостиницы): Και τι θα θέλατε να δείτε κύριε με τα λεφτά που δώσατε (а что вы хотели увидеть, господин, за те деньги, которые заплатили?; βλέπω; δίνω – давать; платить); Ταυρομαχίες (корриду?; ο ταύρος – бык; η μάχη – бой, борьба);
Ο πελάτης αγανακτισμένος: Τι κατάσταση είναι αυτή; Όλη τη νύχτα δεν έκλεισα μάτι, παρακολουθώντας μια ολόκληρη μάχη ποντικών!
Ο ξενοδόχος: Και τι θα θέλατε να δείτε κύριε με τα λεφτά που δώσατε; Ταυρομαχίες;
Πάει ένας τύπος μετά από πολύ καιρό στο γιατρό του (идет один человек спустя много времени к своему врачу; ο τύπος – тип, вид, категория; человек, тип; ο καιρός; ο γιατρός) να ρωτήσει για τα αποτελέσματα από κάτι εξετάσεις που είχε κάνει (чтобы спросить о результатах