Ο γέρος μίλησε στο κορίτσι στα ελληνικά. Εκείνη τα έπιασε από το τραπέζι και εξέτασε προσεκτικά τα νομίσματα, διαβάζοντας τα τυπωμένα στοιχεία. Ο γέρος μετέφρασε την απάντησή της: «Δεν ξέρω πόσο αξίζουν αυτά. Τα παίρνω, αλλά εάν με κλέψατε, θα παραπονεθώ στον δήμαρχο».
«Δεν το θέλουμε αυτό, έτσι δεν είναι;», είπε ο Γκραμάτικα. Της έδωσε ακόμα μερικά νομίσματα. «Αυτά πρέπει να είναι αρκετά».
Τους κοίταξε καχύποπτα και πάλι. Πήγε στο πίσω μέρος του μπαρ και τοποθέτησε προσεκτικά τα νομίσματα στο ταμείο.
«Να και κάτι άλλο που πρέπει να διευθετήσουμε… Τα χρήματα», είπε ο Γκραμάτικα, με έναν αναστεναγμό.
Αφού βοήθησε να τακτοποιηθούν οι άντρες στις κατοικίες, ο Τζιουζέπε ανακουφίστηκε όταν τον διέταξαν να επιστρέψει στο πλοίο για να αναφέρει στον καπετάνιο.
«Λοιπόν, Μαλπάιζο, τι θα κάνουμε τώρα με σένα; Χρειαζόμαστε αξιωματικούς στην ξηρά για να μετατρέψουμε αυτό τον τόπο σε ναυτική βάση για τον στόλο μας. Και αυτό σημαίνει ότι χρειαζόμαστε καλούς μηχανικούς. Είναι μια καλή ευκαιρία για σένα να εξασκήσεις το επάγγελμα που θες να σπουδάσεις», είπε ο λοχαγός. «Θες να μείνεις εδώ, ή θα συνεχίσεις μαζί μας;».
«Είναι τιμή μου μου να είμαι στις διαταγές σας κύριε, αλλά θα προτιμούσα να μείνω στο πλοίο. Έχω πολλά ακόμα να μάθω».
Αφήνοντας τον Γκραμάτικα και ένα απόσπασμα πεζοναυτών στο νησί, το «Σαν Μάρκο» απέπλευσε για να ενωθεί με τον υπόλοιπο ιταλικό στόλο. Όλα τα Δωδεκάνησα είχαν καταληφθεί με πολύ μικρή αντίσταση, και η ιταλική σημαία σύντομα κυμάτιζε στην πρωτεύουσα κάθε νησιού.
Ταξίδεψαν βόρεια μέχρι τα Δαρδανέλια, τον στενό πορθμό που οδηγεί από το βορειοανατολικό Αιγαίο στην τότε τουρκική πρωτεύουσα, την Κωνσταντινούπολη. Εκεί ενίσχυσαν μια μάλλον αδιάφορη επίθεση ιταλικών τορπιλακάτων εναντίων τουρκικών στρατιωτικών θέσεων. Αποσύρθηκαν σύντομα και επέστρεψαν στο ιταλικό λιμάνι του Μπρίντεζι.
Για τον Τζιουζέπε, οι τελευταίες εβδομάδες του πολέμου ήταν σκέτη απογοήτευση και αναρωτιόταν αν θα ήταν καλύτερα να είχε μείνει στη Λέρο με τον φίλο του, τον Γκραμάτικα.
Μετά τη λήξη του Ιταλοτουρκικού πολέμου, ο Τζιουζέπε δέχτηκε μια θέση στο πανεπιστήμιο για να σπουδάσει μηχανικός, και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος του Α' Παγκοσμίου πολέμου μελετώντας στην Πίζα, κοντά στην ιταλική ναυτική βάση της Λα Σπέτσια. Δεν υπηρετούσε πια στο Ναυτικό, αλλά κράτησε επαφή με κάποιους συναδέλφους του από το «Σαν Μάρκο».
Το Πανεπιστήμιο της Πίζας ήταν πολύ γνωστό για τις σπουδές γλωσσολογικής κατεύθυνσης. Λόγω της πολεμικής εμπειρίας που είχε στο Αιγαίο, ο Τζιουζέπε είχε ενδιαφερθεί για τον ελληνικό πολιτισμό και αποφάσισε να παρακολουθήσει μαθήματα ελληνικών, ως επικουρικό μάθημα στις βασικές σπουδές του. Αυτό περιλάμβανε την μελέτη αρχαίων ελληνικών, αλλά ο καθηγητής του που γνώριζε ελληνικά, επέμεινε ότι οι μαθητές του θα πρέπει να μάθουν να συνομιλούν στα Νέα Ελληνικά.
Είχε νοικιάσει ένα δωμάτιο σε μια φτωχογειτονιά της Πίζας, που έβλεπε σε έναν πολυσύχναστο