Ξαναπήγε το πιστολάκι στο δωμάτιο. Ο ΜακΚίντοκ πλενόταν ακόμη.
Έβγαλε το μπουρνούζι, πήρε από την τσάντα το μπουκαλάκι του αρώματος και ψέκασε επαναλαμβανόμενα στον αέρα, δημιουργώντας ένα σύννεφο. Μπήκε μέσα στο σύννεφο κι έκανε πιρουέτες για λίγα δευτερόλεπτα, επιτρέποντας στο γυμνό της κορμί να απορροφήσει το άρωμα, μετά φόρεσε ένα νυχτικό από λαμπερό μετάξι, με ανοικτό πράσινο χρώμα, με μάκρος ως τους μηρούς, χωρίς εσώρουχο. Τέλος, κάθισε σε μία πολυθρόνα, μισοστεγνωμένη σε μία λάγνα πόζα.
Είχε απλώσει χαλαρά τα χέρια της πάνω στα μπράτσα της πολυθρόνας, το κεφάλι ακουμπισμένο στην πλάτη της πολυθρόνας, το δεξί πόδι σε ορθή γωνία και ξυπόλητη πάνω στη μοκέτα ενώ το αριστερό πόδι ήταν απλωμένο μπροστά.
Ο κλιματισμός ζέσταινε ευχάριστα το περιβάλλον, εκείνη την ανοιξιάτικη νύχτα.
Η Σίνθια έκλεισε τα μάτια, χαλαρώνοντας στη ζεστασιά.
Περίπου μετά από ένα λεπτό, ο ΜακΚίντοκ βγήκε από το μπάνιο φορώντας το μπουρνούζι και κατευθύνθηκε προς την πιτζάμα του, που ήταν ακουμπισμένη στο κρεβάτι. Αλλά, στη διαδρομή, έφτασε μπροστά από τη Σίνθια. Την είδε πάνω στην πολυθρόνα, αιθέρια σαν νύμφη, κόκκινη σαν ένα λουλούδι που άνθισε με θαυμάσιο τρόπο και ένιωσε το μαγικό άρωμα. Μία έκρηξη αδρεναλίνης διαπέρασε το κορμί του, από την κορυφή ως τα νύχια κι έπεσε στα γόνατα, μπροστά της. Ακούμπησε απαλά τα δάχτυλά του στον αριστερό μηρό της, μόλις που την άγγιζε. Το δέρμα της ήταν αψεγάδιαστο, ζεστό και ενυδατωμένο. Διαπέρασε με τα δάχτυλά του μερικά εκατοστά προς τους γλουτούς της, μετά φίλησε γλυκά το στρογγυλεμένο της γόνατο. Με το άλλο χέρι χάιδεψε το εσωτερικό των μηρών της, μετά πήγε το χέρι του προς τα μέσα, αρχίζοντας να φιλά εναλλάξ, πρώτα τον έναν μηρό, μετά τον άλλον. Το μετάξι από το νυχτικό γλιστρούσε προς τα πάνω σιγά-σιγά, καθώς εκείνος προχωρούσε, μέχρι που αποκαλύφθηκε η βουβωνική της χώρα. Ο ΜακΚίντοκ βρέθηκε μπροστά στην ήβη της, στην οποία έλαμπε λίγο χνούδι σε τριγωνικό σχήμα, φτιαγμένο με γεωμετρική ακρίβεια, με τη βάση του που ξεκινούσε ένα εκατοστό πάνω από το αιδοίο της και τις πλευρές του δύο εκατοστά από τα χείλη. Φίλησε την αριστερή μεριά της βουβωνικής χώρας, μετά προχώρησε με φορά αντίστροφη αυτής του ρολογιού, γύρω από το εφηβαίο, φιλώντας σε απόσταση τριών εκατοστών, μέχρι να φτάσει στη δεξιά μεριά. Ακούμπησε με τόλμη τα χείλη στην κλειτορίδα της, δίστασε, μετά περιορίστηκε σε ένα φιλί με χείλη ακόμη στεγνά. Το φιλί στο αιδοίο, απαλό και ρυθμικό και τριγύρω από τον αφαλό, για να φιλήσει κι αυτόν, μετά. Έβαλε τα χέρια του στα πλευρά της, φίλησε το στομάχι και μετά το αριστερό στήθος, ζεστό και πλούσιο, μετά πέρασε στο δεξί, τρίβοντας επίτηδες πάνω τους το στόμα και τη μύτη του.
Σε εκείνο το σημείο, η Σίνθια άνοιξε ξαφνικά τα μάτια της και με το δεξί της χέρι του άρπαξε το πέος και κρατώντας τον σαν ηλεκτρική δάδα, τον έκανε να σηκωθεί όρθιος και κινώντας το πέος, σαν λεβιέ ταχυτήτων έριξε τον ΜακΚίντοκ στο κρεβάτι με τα πόδια της. Έβγαλε το νυχτικό της και ανέβηκε πάνω του, με το στήθος της σηκωμένο, μετά με το χέρι της μετακίνησε τα