Οι ώρες πέρασαν βαριές σαν τσιμέντο, σε μια σιωπή μαύρη, όπως και η διάθεσή μου. Ο ΜακΛέιν με αγνοούσε όλη την ώρα, απευθύνοντάς μου τον λόγο μόνο όταν δεν μπορούσε να το αποφύγει. Η ακραία επιθυμία μου να φτάσει το σούρουπο συγκρινόταν μόνο με την επιθυμία που είχα το πρωί για να τον δω. Ήταν δυνατόν να είχαν περάσει μόνο τόσο λίγες ώρες;
«Μπορείτε να πηγαίνετε, δεσποινίς Μπρούνο», με αποδέσμευσε, χωρίς καν να με κοιτάζει στα μάτια.
Περιορίστηκα στο να του ευχηθώ καληνύχτα, με σεβασμό και ψυχρότητα όπως εκείνος.
Έψαχνα τον Κάιλ, κατόπιν αιτήματός του, όταν άκουσα ένα λυγμό που προερχόταν από τις σκάλες. Τα μάτια μου διευρύνθηκαν, σίγουρη για το τι έπρεπε να κάνω. Μετά από πολύ δισταγμό, έφτασα στην πηγή του ήχου, κι αυτό που είδα ήταν καταπληκτικό.
Το πρόσωπο στις σκιές, η σκοτεινή φιγούρα, που αναγκάστηκε να γυρίσει αλλού, ήταν ο Κάιλ. Ο άνδρας είχε ένα τσαλακωμένο χαρτομάντιλο στο χέρι του και φάνηκε μόνο ένα χλωμό αντίγραφο του γόη, από την υπερκόπωση των τελευταίων ημερών. Απλώς με κοίταξε, άφωνος από την έκπληξη.
Παρατήρησε την παρουσία μου και έκανε ένα βήμα μπροστά. «Με λυπάσαι; Ή μήπως θέλεις να γελάσεις;»
Μου φαινόταν σαν να πιάστηκα επ’αυτοφώρω για κατασκοπεία, σαν ένας αδιάκριτος ηδονοβλεψίας. Έδιωξα τον διακαή πειρασμό να δικαιολογήσω τον εαυτό μου.
«Σε ψάχνει ο κύριος ΜακΛέιν. Θα ήθελε να αποσυρθεί στην τραπεζαρία. Αλλά ... Είσαι καλά; Μπορώ να κάνω κάτι;»
Τα μάγουλά του ήταν σημαδεμένα με σκούρες κηλίδες και ένιωσα ότι κοκκίνισε από ντροπή.
Έκανα ένα βήμα πίσω, έστω και μεταφορικά. «Όχι, συγγνώμη, ξέχνα ό,τι σου είπα. Δεν κάνω κάτι άλλο από το να μπλέκομαι σε ξένες υποθέσεις».
Εκείνος αρνήθηκε γνέφοντας με το κεφάλι. «Είσαι πολύ ευγενική για να γίνεις πειστική κουτσομπόλα, Μελισσάνθη. Όχι, εγώ… Απλά, έχω σοκαριστεί με το διαζύγιο». Μόνο εκείνη τη στιγμή κατάλαβα ότι στα χέρια του δεν είχε χαρτομάντιλο, αλλά ένα τσαλακωμένο χαρτί. «Έφυγε. Κάθε μου προσπάθεια, για να διορθώσω την κατάσταση, απέτυχε».
Για μία στιγμή, μου ήρθε να γελάσω. Προσπάθειες; Και με ποιον τρόπο είχε προσπαθήσει; Κάνοντας ανήθικες προτάσεις στη μοναδική νέα γυναίκα που βρισκόταν γύρω του;
«Λυπάμαι», είπα με δυσκολία.
«Κι εγώ». Έκανε άλλο ένα βήμα μπροστά, βγαίνοντας από τη σκιά. Το πρόσωπό του διέτρεχαν δάκρυα που έδιωχναν την κακή άποψη που είχα σχηματίσει για εκείνον.
Έμεινα να τον κοιτώ με έντονη αμηχανία. Τι έλεγε η εθιμοτυπία για τα άτομα που ήταν πεσμένα από ένα διαζύγιο; Πώς τους παρηγορείς; Τι να πεις, χωρίς να διατρέξεις τον κίνδυνο να τους πληγώσεις; Ναι, αλλά όταν καταρτίστηκε η εθιμοτυπία, το διαζύγιο δεν ήταν καν αποδεκτό.
«Θα πω στον κύριο ΜακΛέιν ότι δεν είσαι καλά», είπα.
Φάνηκε να πανικοβάλλεται. «Όχι, όχι. Δεν είμαι έτοιμος να επιστρέψω στον πολιτισμένο κόσμο και φοβάμαι ότι ο ΜακΛέιν ψάχνει μόνο μια δικαιολογία, για να με πετάξει