«Αδύνατον», είπε ο ανθοπώλης. «Οι νεκροί δεν στέλνουν σε κανέναν λουλούδια».
«Λέει, επίσης, ότι της παραδόθηκαν από εσάς ή από κάποιον που δουλεύει για σας».
Το βλέμμα του άνδρα έγινε πιο σκοτεινό.
«Δεν καταλαβαίνω πού θέλετε να καταλήξετε».
«Θέλουμε, απλά, να καταλάβουμε τι έγινε», εξήγησε ο νεότερος πράκτορας. «Αυτό το άτομο είναι πάρα πολύ τρομοκρατημένο».
«Πότε έγινε;»
«Πριν λίγο…να πούμε πριν δύο ώρες;»
«Δώστε μου μία στιγμή, να σκεφτώ».
Ο ανθοπώλης έκανε μία σύντομη παύση και, μετά, άρχισε πάλι να μιλά.
«Δουλεύω μόνος. Εδώ δεν υπάρχουν υπάλληλοι και τέτοια πράγματα. Δεν έχω την οικονομική δυνατότητα γι’ αυτό. Τα κάνω όλα εγώ: υποδέχομαι τους πελάτες, τους εξυπηρετώ και, αν χρειαστεί, κάνω και κατ’ οίκον παραδόσεις».
«Όταν φτάσαμε, δεν ήσαστε εδώ. Κάνατε κάποια παράδοση;»
«Προφανώς».
«Τίποτα δεν είναι προφανές στο επάγγελμά μας», είπε ο ένας πράκτορας, σαν να ήθελε να δώσει να καταλάβει ότι δεν ήταν εκεί για κοινωνική επίσκεψη.
«Με συγχωρείτε», είπε ο άντρας. «Λοιπόν, ναι, έλειψα για δέκα ίσως και δεκαπέντε λεπτά, για να κάνω μία παράδοση».
«Σύμφωνοι. Τώρα, μπορείτε να μας πείτε αν κάνατε κάποια παράδοση, περίπου, πριν δύο ώρες;»
Μετά από μία σύντομη παύση, ο ανθοπώλης απάντησε: «Νομίζω πως ναι. Ήταν μία κυρία, ίσως δεσποινίς. Δεν θυμάμαι να σας πω με σιγουριά: δεν ρωτώ για την προσωπική ζωή των πελατών μου. Εν πάσει περιπτώσει, ήταν γυναίκα».
«Θυμάστε όνομα;»
«Όχι, λυπάμαι».
«Σκεφτείτε καλά. Προσπαθήστε ακόμη λίγο. Αυτές οι πληροφορίες μπορεί να μας φανούν χρήσιμες».
«Σας διαβεβαιώνω ότι δεν θυμάμαι», είπε μετά από λίγο. «Δυστυχώς, βλέπω πολύ κόσμο μέσα στην ημέρα και, συνήθως, δεν θυμάμαι τα ονόματά τους».
«Δεν υπάρχει πρόβλημα», τον διαβεβαίωσε ο ένας πράκτορας. «Θυμάστε, τουλάχιστον, ποιος σας ανέθεσε την παράδοση;»
«Ένας άντρας. Ναι, άντρας ήταν».
«Μπορείτε να μας δώσετε κάποια, επιπλέον, πληροφορία;».
«Μμμ…ξεχώριζε. Ήταν ένας άντρας που ξεχώριζε».
«Άλλες λεπτομέρειες;»
«Θα πρέπει να το σκεφτώ. Ξέρετε, αυτό το άτομο ήρθε εδώ, χθες βράδυ, ενώ ετοιμαζόμουν να κλείσω το μαγαζί, για το οποίο έχει περάσει λίγο η ώρα».
«Μην σας ανησυχεί, έχετε όσο χρόνο χρειάζεστε. Αν σας έρθει κάτι στο μυαλό, μη διστάσετε να μας ενημερώσετε».
«Μείνετε ήσυχοι», είπε ο άντρας με τη στάση του σώματος να υποδηλώνει ότι τους αποχαιρετά. «Τώρα, αν δεν σας πειράζει, έχω δουλειά», πρόσθεσε, βλέποντας μία γυναίκα να μπαίνει στο μαγαζί.
«Φυσικά, κάνετε δουλειά σας: οι πελάτες προηγούνται. Μας συγχωρείτε για την ενόχληση».
Οι δύο πράκτορες άφησαν το ανθοπωλείο και περπάτησαν κάτω από τη στοά, με κατεύθυνση προς τους Πύργους της Μπολόνια.
«Αυτός ο άντρας δεν μας τα είπε καλά», είπε ο πιο μεγάλος πράκτορας, «για μένα, κάτι κρύβει».
«Κι εγώ έτσι πιστεύω», συμφώνησε ο άλλος, «μα δεν μπορώ να πω τι».
XIII