Εδώ δεν είναι ο Βάκχος
ούτε χοροί με θύρσους
ούτε τυμπάνων κρότοι
κοντά στης κρύαις βρύσαις
ούτε γλυκό κρασάκι
και συντροφιές Νεράιδων.
Το Βακχικό τραγούδι
της Αφροδίτης ψάλλω
και τρέχω να την εύρω
με συντροφιές της Βάκχαις
πούχουνε τ' άσπρα πόδια.
Ω Βάκχε, αγαπημένε
που τάχα να γυρίζης
τινάζοντας μονάχος
τα ολόξανθα μαλλιά σου,
ενώ εγώ ο πιστός σου
στον Κύκλωπα δουλεύω
με το πετσί του τράγου
στην πλάτη για μανδύα
μακρυά από σένα, ω Βάκχε;
ΣΕΙΛΗΝΟΣ
Παιδιά μου, σιωπήσατε· και ειπέτε εις τους δούλους
γρήγορα τα κοπάδια τους στο σπήλαιο να μαζέψουν.
ΧΟΡΟΣ
(προς τους δούλους)
Ε! σεις, πηγαίνετε μπροστά.
(προς τον Σειληνόν)
Τι βιάζεσαι, πατέρα;
ΣΕΙΛΗΝΟΣ
(Παρατηρών προς την θάλασσαν)
Βλέπω εκεί κάτω χαμηλά κατά το ακρογιάλι
ένα καράβι Ελληνικό και ναύταις που πηγαίνουν
πίσω από έναν αρχηγό. Προς τη σπηληά τραβούνε
και φέρνουν στο κεφάλι τους άδεια δοχεία και στάμναις.
Βέβαια δεν θα ξέρουνε ο αφέντης μας τι είναι,
γι' αυτό εδώ μας έρχονται να πέσουνε στα δόντια
του ανθρωποφάγου Κύκλωπα. Αλλ' όμως ησυχάστε
να μάθωμε οι ανθρώποι πώς βρέθηκαν στην Αίτνα.
ΣΚΗΝΗ Γ'
ΟΙ ΑΥΤΟΙ – ΟΔΥΣΣΕΥΣ
(Ο Οδυσσεύς και οι σύντροφοί του εμφανίζονται όπως ανηγγέλθησαν από
τον Σειληνόν).
ΟΔΥΣΣΕΥΣ
Ξένοι, κανένας από σας μπορούσε να μας δείξη
πού ένα ποτάμι θαύρωμε τη δίψα μας να σβύση
και αν μπορή κανένας σας να μας πουλήση κάτι
να φάμε γιατί – ναυαγούς – μας θέρισεν η πείνα.
(Βλέπει, καλλίτερα τους Σατύρους).
Αλλά τι βλέπω; έτυχα σε