– Αφού άπαξ προέκυψεν η διχόνοια μεταξύ των, αφ' ενός μεν τα δύο γένη, το χαλκούν και το σιδηρούν, ήρχισαν να τραυούν προς τον πλουτισμόν και την απόκτησιν γης και οικιών και χρυσίου και αργύρου, τα δε δύο άλλα πάλιν αφ' ετέρου, το χρυσούν και το αργυρούν, επειδή αυτά δεν είχαν έλλειψιν, αλλ' ήσαν εκ φύσεως πλούσια, εξηκολούθουν να σύρουν τας ψυχάς προς την αρετήν και την αρχαίαν εν γένει κατάστασιν· μετά πολλούς τέλος αγώνας και διαμάχας, συνεβιβάσθησαν να μοιράσουν μεταξύ των την γην και τας κατοικίας, να υποδουλώσουν δε εκείνους, που εφρούρουν πριν, και τους οποίους ελευθέρους όντας τους εθεώρουν φίλους και τροφούς των, και να τους καταστήσουν τώρα περιοίκους και οικέτας των, μόνοι των δε πλέον να έχουν την φροντίδα του πολέμου και της κοινής ασφαλείας. – Από αυτό πράγματι μου φαίνεται, πως ήρχισεν η μετάβασις. – Αυτό δε το νέον πολίτευμα δεν θα είναι κάτι τι μεταξύ αριστοκρατίας και ολιγαρχίας; – Βεβαιότατα.
– Κατ' αυτόν λοιπόν τον τρόπον θα επέλθη η μεταπολίτευσις· οποία δε τις θα είναι τώρα η νέα διοίκησις; δεν είναι φανερόν ότι, αφ' ενός μεν θα διατηρήση μερικά από το παλαιόν πολίτευμα, άλλα δε θα πάρη από την ολιγαρχίαν, αφού κείται μεταξύ των δύο, αφ' ετέρου δε θα έχη κάτι όλως διόλου ξεχωριστόν και ιδικόν της; – Έτσι είναι. – Δεν θα διατηρήση λοιπόν η τάξις των προμάχων από μεν την αριστοκρατίαν τον προς τους άρχοντας σεβασμόν, την αποχήν από της γεωργίας και των χειρωνακτικών εργασιών και εν γένει όλων των προσοδοφόρων επαγγελμάτων, το σύστημα των κοινών συσσιτίων,