Πρώτη εις το όλον έργον, ίσως τακτοποιηθέν αρχικώς με αλφαβητικήν (κατά στοιχείον) τάξιν, υπήρχεν η Αθηναίων Πολιτεία, ανέκαθεν μεν ως αυθεντική φερομένη, παλαιόθεν δε απολεσθείσα. Διότι και ο Φώτιος (7) ο εξ επιτομής γνωρίσας αυτήν και ο παλαιότερος τούτου Ησύχιος ουδέν αυθεντικόν αυτής απόσπασμα αναφέρουσιν. Είναι δε περίεργος η τόσον ενωρίς συμβάσα απώλεια, διότι βεβαίως υπήρχον πολλά αυτής αντίγραφα, μεγίστη δε απεδίδετο σημασία εις αυτήν, καθ' ό γραφείσαν εξ ιδίας και προσωπικής αντιλήψεως του Αριστοτέλους, ο οποίος το πλείστον της ζωής του έμεινεν εις τας Αθήνας. Εκ του έργου πλείστοι των σημαντικών μεταγενεστέρων συγγραφέων εδανείζοντο πληροφορίας, κρίσεις και περικοπάς. Ο Κικέρων είχε το έργον τούτο εις την βιβλιοθήκην του, ο Πλούταρχος εξ αυτού ιδίως ήντλησε τον βίον του Σόλωνος και δι' αυτού διηυκρίνησε πολλά εις τους βίους του Θησέως, του Περικλέους και του Νικίου, ο Αρποκρατίων δε τέλος και άλλοι λεξικογράφοι εξ αυτού ηρύσθησαν τα πλείστα και σαφέστερα περί των Αθηναϊκών θεσμών. Την υπό πολλών και πολυτρόπως μνημόνευσιν ταύτην του έργου φέρει, όχι βέβαια και πειστικώς, ο Θεόδ. Ραϊνάχ ως αιτίαν της απωλείας, ισχυριζόμενος ότι οι Βυζαντινοί αντιγραφείς ελόγιζον ανωφελές να επιχειρώσι την συγγραφήν έργου ολοκλήρου σχεδόν, κατά την αντίληψίν των, περιλαμβανομένου αποσπασματικώς εις άλλα συγγράμματα.
Οπωσδήποτε βέβαιον είναι ότι ήδη από της εποχής της Αναγεννήσεως η Αθηναίων Πολιτεία εθεωρείτο απολεσθείσα οριστικώς, και έκτοτε μόνον τα πολλαχόθεν συλλεγέντα αυθεντικά ή ηλλοιωμένα αποσπάσματα, 90 περίπου, και η δισέλιδος κολοβή περίληψις των περιεχομένων αυτής, η γνωστή υπό τον τίτλον «εκ των Ηρακλείδου περί πολιτείας Αθηναίων» (8) έδιδαν ιδέαν τινά της όλης πραγματείας (9) .
Τω 1885 όμως επί εφθαρμένου παπύρου της βιβλιοθήκης του Βερολίνου ανέγνωσαν περικοπάς ιστορικάς, αι οποίαι ευκόλως ανεγνωρίσθησαν ως ανήκουσαι εις την Αριστοτέλους Αθηναίων Πολιτείαν. Επειδή δε ο πάπυρος προήρχετο εξ Αιγύπτου, όπου είχον ήδη ανευρεθή οι λόγοι του ρήτορος Υπερείδου και το Παρθένιον του ποιητού Αλκμάνος, εγεννήθη έκτοτε η ελπίς της εκεί ανευρέσεως της Αθηναίων Πολιτείας, καθ' όσον μάλιστα έκ τινος εν Πετρουπόλει αποκειμένου καταλόγου Αιγυπτιακής βιβλιοθήκης εβεβαιούτο ότι το έργον εσώζετο εκεί κατά τον τρίτον μ. Χ. αιώνα.
Και η ελπίς εντός ολίγου επραγματοποιήθη. Το 1891 ηγγέλθη εκ Λονδίνου ότι μεταξύ δέσμης παπύρων, άγνωστον πώς και πότε εισαχθέντων εις το Βρεταννικόν Μουσείον, ανευρέθη η Αθηναίων Πολιτεία του Αριστοτέλους. Μετ' ολίγας δε εβδομάδας εξεδόθη αύτη υπό του κ. Kenyon το πρώτον.
Ευθύς εξ αρχής το κείμενον, σύμφωνον άλλως προς τα σωζόμενα αποσπάσματα, ανεγνωρίσθη αυθεντικόν, διεπιστώθη δε μάλιστα και του αντιγράφου η μεγάλη αρχαιότης, αναγομένου εις τον πρώτον μ. Χ. αιώνα. Αποτελείται δε τούτο εκ τεσσάρων ταινιών παπύρου ανίσων διαστάσεων, μήκους εν όλω έξ σχεδόν μέτρων και μέσου πλάτους εικοσιοκτώ εκατοστών. Επί της κυρίας όψεως ευρίσκονται γραμμένοι λογαριασμοί ιδιωτικού τινός κτήματος, έχοντες