Τελευταίος μένει ο Σωκράτης, εις τα λεγόμενα δε αυτού ακριβώς πρέπει να ζητηθή η Πλατωνική περί του Έρωτος θεωρία. Ζητεί εν πρώτοις την άδειαν ν' απευθύνη ολίγας ερωτήσεις εις τον Αγάθωνα, τον οποίον αναγκάζει να ομολογήση ότι ο Έρως δεν είνε ούτε ωραίος ούτε αγαθός, διά τον απλούστατον λόγον ότι ποθεί το ωραίον και μαζί με αυτό και τα αγαθά, τα οποία είνε επίσης ωραία· δεν ποθεί δε κανείς παρά εκείνο του οποίου στερείται. Επομένως ο Έρως στερείται και δεν έχει κάλλος. Και ο Σωκράτης αφίνει εδώ τον Αγάθωνα, ομολογούντα ότι, δεν ημπορεί να τα βάλη μαζί, του, διά να εκθέση όσα περί του Έρωτος εδιδάχθη από μίαν σοφήν ξένην, την εκ Μαντινείας Διοτίμαν. Αποτελεί ίσως τούτο σιωπηράν διαμαρτυρίαν διά την μέχρι της στιγμής εκείνης παραγνώρισιν της σημασίας της γυναικός επί τοιούτου θέματος.
Λοιπόν κατά την Διοτίμαν αυτήν ο Έρως δεν είνε ούτε ωραίος ούτε αγαθός, όπως απεδείχθη ήδη. Έπεται εκ τούτου ότι ο Έρως είνε άσχημος και κακός; Καθόλου, αφού υπάρχει και μέσον τι μεταξύ ωραιότητος και ασχημίας, μεταξύ αγαθότητος και κακίας.
Ουδέ καν θεός είνε ο Έρως, αφού στερείται των αγαθών και των ωραίων, πράγμα το οποίον δεν ημπορεί να λεχθή διά τους θεούς. Είνε λοιπόν θνητός; Ούτε· αλλ' όπως είνε μέσον τι μεταξύ ωραιότητος και ασχημίας, κατά τον αυτόν τρόπον είνε μέσον τι μεταξύ θνητού και αθανάτου. Με άλλας λέξεις ο Έρως είνε δαίμων μέγας, διότι παν δαιμόνιον είνε μέσον τι μεταξύ θεού και θνητού, μέσον διά του οποίου συμπληρώνεται το μεταξύ κενόν, εις τρόπον ώστε το σύμπαν αυτό συνδέεται προς εαυτό τοιουτοτρόπως, και διά του οποίου ο άνθρωπος επικοινωνεί με το θείον.
Είνε